04/03/24

Chris Rea

 

Στις 4 Μαρτίου 1951, στο Middlesbrough της Αγγλίας, γεννήθηκε ο Chris Rea, ένας σπουδαίος μουσικός και κιθαρίστας, απο Ιταλό πατέρα και Ιρλανδή μητέρα. Στη δεκαετία του '80 απέκτησε διεθνή φήμη με μερικά διάσημα τραγούδια, όπως το "Josephine". Στη καριέρα του ο Rea θα πουλήσει περίπου 30 εκατομμύρια δίσκους, κυκλοφορώντας περισσότερα από είκοσι άλμπουμ.
Ωστόσο, ο Chris Rea άρχισε να αποκτά αυτοπεποίθηση με την κιθάρα αργά, ήταν ήδη δεκαεννέα και είχε μια κακή σχολική εμπειρία πίσω του. Η έμπνευση για τα μπλουζ, έρχεται όταν ένας δάσκαλος, αφού διάβασε καποιες σημειωσεις του δημόσια, εσκισε περιφρονητικά το τετράδιο που ήταν γραμμένο μπροστά στην τάξη. Ο νεαρός Κρις μαζεύει τα κομμάτια που καταλήγουν στο έδαφος και τα πετάει με τη σειρά του, έξαλλος στον καθηγητή. Είναι το τέλος μιας ήδη προβληματικής σχολικής σταδιοδρομίας, αλλά και η συνειδητοποίηση του πόσο δύσκολη μπορεί να είναι η ζωή.
----------------------------
Οι γονείς του Ρέα είναι Ιταλοί μετανάστες, με καταγωγή από την επαρχία Φροζινόνε και αναζητούν την τύχη τους στην Αγγλία ανοίγοντας ένα παγωτατζιδικο. Ο Κρις μεγαλώνει με μια ειδυλλιακή ιδέα για την Ιταλία και σύντομα αρχίζει να εκτιμά τις μελωδίες της χάρη στα τραγούδια που τραγουδούν μερικοί θείοι του με ακορντεόν. Δεν είναι τυχαίο ότι στα επόμενα έργα του υπαρχει συχνά ένα μελωδικό υπόβαθρο που ο ίδιος κιθαρίστας αποδίδει στα πρώτα του ακούσματα.
«Περνούσαμε συχνά τις διακοπές μας στη λίμνη Garda. Εκεί άλλαξε η ζωη μου το καλοκαίρι του 61. Η ιταλική μουσική εκείνης της περιόδου άφησε βαθιά σημάδια πάνω μου, άνοιξε έναν απρόσμενο ορίζοντα και εδραίωσε σταθερά τη μελωδική μου πλευρά. Τότε προτιμούσα πολύ το ιταλικό ρεπερτόριο από τα αγγλικό, μου φαίνονταν πιο ολοκληρωμένα και ανώτερα».
Ο Ρέα δεν είναι καλλιτέχνης για μεγάλα στάδια, προτιμά την άμεση επαφή με το κοινό, η δύναμή του είναι το συναίσθημα που καταφέρνει να δημιουργήσει με τους απέναντί ​​του, σχεδόν ένας διάλογος με αμοιβαία ανταλλαγή ενέργειας.
--------------------------
Πριν από μερικά χρόνια, η μοίρα ανάγκασε τον Chris Rea να πάρει μια απότομη και ξαφνική στροφή. Αρρωσταίνει βαριά στο πάγκρεας και υποβάλλεται σε περίπλοκες επεμβάσεις από τις οποίες καταφέρνει να βγει νικητής. Η περίοδος της ασθένειας και η πολύωρη νοσηλεία στο νοσοκομείο τον κάνουν επίσης να προβληματιστεί και για την καλλιτεχνική του ζωή.
«Εκείνες τις στιγμές δεν ξέρεις ποιον να εμπιστευτείς και σκέφτεσαι ενστικτωδώς τον Θεό, αλλά γνωρίζεις ότι ποτέ δεν είχες στενή σχέση με τη θρησκεία, οπότε σχεδόν φοβάσαι να το κάνεις. Το σίγουρο είναι ότι δίνεις ενα διαφορετικό νόημα στη ζωή. Αντιλαμβάνεσαι πόσο σημαντικά είναι τα πιο οικεία πράγματα και πώς ακόμα και στη δουλειά, πρέπει να αφιερώσεις χρόνο μόνο σε αυτό που πιστεύεις πραγματικά. Αυτά τα χρόνια της ασθένειας έγραψα πολλά τραγούδια με αναπόφευκτο υπόβαθρο θλίψης και κατάλαβα ότι θα μπορούσαν να εκφραστούν μουσικά μόνο σε μια φόρμα που ήταν πραγματικά ικανή να τα υποστηρίξει και αυτό είναι τα Blues, που δεν ξέχασα ποτέ. Τώρα είναι η ώρα».
------------------------
Όταν ο Chris Rea βγαίνει στη σκηνή καταπλήσσει. Ποτέ δεν έδινε μεγάλη σημασία στην εμφάνισή. Πάντα έπαιρνε μια κιθάρα και άρχιζε να τραγουδάει τα blues. Τα μπλουζ των αντιξοοτήτων, των φόβων και των αβεβαιοτήτων του. Μεγάλο μέρος του κοινού δεν το ξερει αλλά πρέπει να το ειχε μαντέψει, γιατί πάντα αιχμαλωτιζόταν από τους ήχους slide που εναλλάσσονταν με αυτούς της φωνής του.
----------------------------
Ο Chris Rea είναι από τους αγαπημένους μου τραγουδιστές. Με εχει συντροφέψει ατελείωτες μέρες και νύχτες με τις μελωδίες του. Η μουσική του φέρνει στο νου τη θάλασσα και το καλοκαίρι που τόσο αγαπώ. 

Auguri Chris!


26/02/24

Fausto Leali - Io camminerò

 

H γυναίκα μου, η χαρά της
Θα με ζεστάνει με τη φωτιά μιας ιδέας
Ενας ανδρας μόνος, ανδρας μισός
Αύριο ολα θα πνιγούν στα ματια της
Λευκοί τσιγγάνοι, τα βήματά σου
Η σιωπή που υπαρχει στη ψυχη σου
Με αγαπη εγω θα σε ντυσω
Και δεν θα χρειαστεί να τρέμεις εκεί που σε πάω

Εγω θα περπατω, εσυ θα με ακολουθείς
Κυνηγημενοι αγγελοι εμεις
Καπου θα υπάρχει ενας ουρανός 
Εγω θα δουλεύω, εσυ θα με περιμένεις
Κι ένα βράδυ θα τρελαθώ
Οταν μου πεις ότι παιδι θα κάνεις
Διαλυει τις αμφιβολίες οπως τα μαλλιά σου
Γιατί είσαι τόσο όμορφη αν δεν ξέρεις τι θέλεις
Εγω μ΄αγαπη θα σε ντύσω
Αλλά μη με ρωτάς πού θα σε πάω

Εγω θα περπατω, εσυ θα με ακολουθεις
Αγκαλιασμένοι αγγελοι εμεις
Καπου θα υπάρχει ουρανός 
Εγω θα δουλεύω, εσυ θα με περιμένεις
Κι ένα βράδυ θα τρελαθώ
Οταν μου πεις....
Εγω θα περπατώ, κι εσυ θα με ακολουθεις...


Fausto Leali - Io camminerò - 1976

07/02/24

Italo Calvino - Η περιπέτεια δύο παντρεμένων

 


L'operaio Arturo Massolari faceva il turno della notte, quello che finisce alle sei. Arrivava a casa tra le sei e tre quarti e le sette, cioè  alle  volte  un  po’  prima  alle  volte  un  po’  dopo  che  suonasse  la  sveglia  della moglie, Elide. 
Alle volte invece era lui che entrava in camera a destarla, con la tazzina del caffè, un minuto prima che suonasse. Elinte si preparava, infilava il cappotto nel corridoio, si davano un bacio, apriva la porta e già la si sentiva correre giù per le scale.  
Arturo  restava  solo.  Chiudeva gli sportelli alla finestra, faceva buio, entrava in letto.  Il letto era come l'aveva lasciato Elide alzandosi, ma dalla parte sua, di Arturo, era quasi intatto, come se fosse stato appena rifatto allora. 
Lui si coricava dalla propria parte, per bene, ma dopo allungava una gamba in là, dov'era rimasto il calore di sua moglie. Poi ci allungava anche l'altra gamba, e così a poco a poco si spostava tutto dalla parte di Elide, in quella nicchia di tepore che conservava ancora la forma del corpo di lei, e affondava il viso nel suo guanciale, nel suo profumo, e s'addormentava. 
Elinde tornava la sera, e dopo aver mangiato insieme, scambiato qualche parola e qualche squardo, Artouro era già fuori per andare al lavoro. Allora Elinde andava a letto, spegneva la luce e, sdraiandosi dalla propria parte, allungava la gamba verso il posto di suo marito, per cercare il calore di lui. Ma ogni volta si accorgeva che dove dormiva lei era già caldo, segno che anche Arturo aveva dormito lì, e ne provava una grande tenerezza.
Italo Calvino: L'avventura dei due sposi (Gli amori difficili) 1958
----------------------------
Ο εργάτης Αρτούρο Μασολάρι δούλευε στη νυχτερινή βάρδια, αυτή που τελείωνε στις έξι. Έφτανε στο σπίτι μεταξύ επτά παρα τέταρτο με επτά, δηλαδή πότε λίγο πριν χτυπήσει το ξυπνητήρι της γυναίκας του Ελίντε και άλλοτε μετά.
Μερικές φορές όμως, ήταν αυτός που έμπαινε στο δωμάτιο να την ξυπνήσει, με ένα φλιτζάνι καφέ, ένα λεπτό πριν το χτύπημα. Η Ελίντε ετοιμαζόταν, φορούσε το παλτό της στο διάδρομο, τον φιλούσε, άνοιγε την πόρτα και αμέσως την άκουγε να τρέχει στις σκάλες.
Ο Αρτούρο έμενε μόνος.  Εκλεινε τα παράθυρα, και μέσα στο σκοτάδι, έπεφτε για ύπνο. Το κρεβάτι ήταν όπως το είχε αφήσει η Ελίντε όταν σηκώθηκε, αλλά στη πλευρά του Αρτούρο, ήταν σχεδόν άθικτο, σαν να είχε μόλις στρωθεί.
Ο Αρτούρο αφού ξάπλωνε καλά στην δική του θέση, μετά από λίγο άπλωνε το ένα του πόδι πιο πέρα, εκεί όπου ένοιωθε να είχε μείνει η ζεστασιά της γυναίκας του. Υστερα τραβούσε και το άλλο πόδι και σιγά-σιγά μετακινιόταν ολόκληρος προς τη πλευρά της Ελίντε, σε εκείνη τη θέση ζεστασιάς που διατηρούσε ακόμα το σχήμα του σώματος της, και έθαβε το πρόσωπό του στο μαξιλάρι της, στο άρωμά της, και έτσι αποκοιμιόταν. 
Η Ελίντε επέστρεφε το βράδυ, κι αφού έτρωγαν και αντάλλαζαν λίγες κουβέντες και μερικές ματιές, ο Αρτούρο ήταν ήδη έξω για να πάει στη δουλειά. Τότε η Ελίντε πήγαινε για ύπνο, έσβηνε το φως και ξαπλωμένη άπλωνε το πόδι προς την πλευρά του συζύγου της, για να αναζητήσει τη ζεστασιά από το κορμί του. Αλλά κάθε φορά καταλάβαινε ότι η δική της μεριά ήταν πιο ζεστή, σημάδι ότι ο Αρτούρο είχε επίσης κοιμηθεί εκεί και ένιωθε τόσο μεγάλη τρυφερότητα γι' αυτό.
Italo Calvino: Η περιπέτεια δύο παντρεμένων (Οι δύσκολοι έρωτες) 1958


18/01/24

Στον αυτοκινητόδρομο του ήλιου.

 


Ο κινητήρας βρυχάται
ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς
καλύτερα να επιβραδύνω
δεν πρέπει να ξεπεράσω τη γραμμή,
ανεβάζω την ένταση ακούω τη μουσική
το ιδιο παλιο καλοκαιρινό τραγούδι
γνωρίζω όλες τις συγχορδίες
το μονο που χρειαζομαι ειναι μια κιθάρα
αναμεσα στα δάχτυλα
-αραγε αν τραγουδήσω θ’ ακουσεις την φωνη μου-
η ομιχλη απλωνεται εμπρος μου 
οι αναμνήσεις επιστρέφουν και μ’ ακολουθουν
ιχνη που έσβησαν στο πέρασμα του χρόνου
σαν ξεχασμένη ασπρόμαυρη ταινία με προσπερνούν,
το ραδιόφωνο λέει ότι θα ξαναχιονίσει
και βρίσκομαι χιλιάδες μίλια μακριά 
γυρεύω τον ουρανο τ’ αυγούστου
θέλω να τρέξω στον αυτοκινητόδρομο του ήλιου.
(V)


11/01/24

Joan Baez

 


Il 9 gennaio 1941, a New York, nasceva la magnifica Joan Baez. Cantante e cantautrice di fama mondiale, soprannominata “l'usignolo di Woodstock”. Joan si è sempre contraddistinta per il suo impegno in favore di movimenti pacifisti, politici e per i diritti umani. Il mondo è certamente un luogo migliore grazie a persone come lei.

"Lei era qualcosa di diverso, quasi troppo da sopportare. La sua voce era come quella di una sirena al largo di un'isola greca. Anche solo il suono di essa poteva farti cadere in un incantesimo. Era un'ammaliatrice. Avresti davvero dovuto legarti all'albero maestro come Ulisse e tapparti le orecchie e non ascoltarla. Aveva il potere di farti dimenticare chi eri." [B.Dylan]

Στις 9 Ιανουαρίου 1941, στη Νέα Υόρκη, γεννήθηκε η υπέροχη Joan Baez. Η παγκοσμίου φήμης τραγουδίστρια και τραγουδοποιός, με το παρατσούκλι "το αηδόνι του Γούντστοκ" Η Τζόαν ξεχώριζε πάντα για τη συμμετοχή της, στα ειρηνιστικά κινήματα και υπερ των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο κόσμος γίνεται σίγουρα καλύτερος χάρις σε ανθρώπους οπως αυτήν.

"Ήταν κάτι διαφορετικό, σχεδόν υπερβολικό για να την αντέξω. Η φωνή της έμοιαζε σαν μιας σειρήνας στις ακτές ενός ελληνικού νησιού. Και μονο ο ήχος της θα μπορούσε να σε πλανέψει. Ήταν τοσο μαγευτική. Θα έπρεπε πραγματικά να είχες δεθει στο κατάρτι σαν τον Οδυσσέα και να σκεπασεις τα αυτιά σου για να μην την ακούς. Είχε τη δύναμη να σε κάνει να ξεχάσεις ποιος ήσουν». [Μπόμπ Ντύλαν]